Σημεία στίξης --- Κόμμα ( , )

 

Πηγή: Michail Symeonidis[1]

Σημεία στίξης

Κόμμα ( , )

 

Το κόμμα χρησιμεύει συνήθως για να σημειώσουμε λογικό χωρισμό και μικρό σταμάτημα στο εσωτερικό της περιόδου, ή σε μεγάλες φράσεις για να δώσουμε ευκαιρία σε αναπνοή, είτε για να κάνουμε το κείμενο να διαβάζεται ευκολότερα (λ.χ. σε θεατρικά κείμενα, διδακτικά βιβλία) ή για να προκαλέσουμε προσδοκία.

Το κόμμα είναι το πιο συχνό σημείο της στίξης και η χρήση του είναι απαραίτητη προκειμένου ν' αποφεύγονται παρανοήσεις και η ανάγνωση, ή η απαγγελία, να γίνεται ευκολότερη. Αν και δεν υπάρχουν απόλυτοι κανόνες για τη χρήση του κόμματος, σε γενικές γραμμές χρησιμεύει για να χωρίζουμε:

 

Μέσα στην πρόταση τους όμοιους αναμεταξύ τους όρους, όταν τους παραθέτουμε ασύνδετους, π.χ.:

Η θάλασσα ήταν ήρεμη, γαλήνια, καθαρή.

 

Στην απαρίθμηση επιθέτων μπρος από ένα ουσιαστικό το κόμμα μπαίνει και πριν το τελευταίο επίθετο, όταν αυτό προσδιορίζει το ουσιαστικό ακριβώς όπως και τ' άλλα:

Με αργά, βαριά, κουρασμένα βήματα. Αλλά δεν μπαίνει όταν το τελευταίο επίθετο αποτελεί με το ουσιαστικό έννοια που την προσδιορίζουν τα προηγούμενα επίθετα: Με κέρασε άσπρο παλιό κρασί.

 

Την παράθεση και κάθε είδους επεξήγηση:

Άρχισε μια βροχή, κατακλυσμός.

– Ο Όλυμπος, το ψηλότερο βουνό της Ελλάδας, ήταν κατοικία των θεών.

 

Την κλητική:

Νίκο, σου στέλνω σήμερα το γράμμα.

– Πήρα το γράμμα σου, κύριε Γιώργο, και χαίρομαι που είσαι καλά.

 

Ένα μόριο ή ένα βεβαιωτικό (ή αρνητικό) επίρρημα στην αρχή της περιόδου, που χρησιμεύει για τη σύνδεση με τα προηγούμενα:

Ναι, θα φύγω.

– Όχι, δε θέλω.

– Τότε, θα συμφωνήσουμε (δηλ. αφού είναι έτσι).

 

Τις κύριες από δευτερεύουσες προτάσεις – τις αιτιολογικές, τελικές (εκτός όταν εισάγονται με το να), αποτελεσματικές, υποθετικές, εναντιωματικές, χρονικές ή που εισάγονται με το χωρίς να, ιδίως όταν αυτές προηγούνται ή όταν είναι μεγάλες, π.χ.:

Δεν πρέπει να ξεκινήσουμε, γιατί ο καιρός άρχισε να χαλά.

– Αν θέλεις, έλα.

– Χωρίς να το καταλάβω, μου πήραν το πορτοφόλι.

 

Τις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις όταν προηγούνται του ρήματος:

Το τι έκρυβε η στάση της, ήταν δύσκολο να διαπιστωθεί.

Αλλά: Ήταν δύσκολο να διαπιστωθεί το τι έκρυβε η στάση της.

 

Το ρήμα και τον αμέσως κατόπι του εμπρόθετο προσδιορισμό που φανερώνει αντίθεση, π.χ.:

Περισσότερο έβλαψε, παρά ωφέλησε.

 

Τις συμπλεκτικές προτάσεις, π.χ.:

Δε θα πάω στα Χανιά, ούτε στο Ρέθυμνο.

– Και γενναίοι άνθρωποι ήταν, και τον εαυτό τους πρόσεχαν.

 

Τις διαζευκτικές προτάσεις, π.χ.:

Ή θα σωθούμε, ή θα χαθούμε.

 

Τις αντιθετικές προτάσεις, π.χ.:

Δεν έχομε εμείς, μα κάτι θα γίνει.

– Ναι μεν είναι ακριβότερο, αλλά είναι το καλύτερο για τη δουλειά μου.

 

Τις συμπερασματικές προτάσεις:

Να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε...

– Δεν είναι κακός, να (ώστε να) μη μας δώσει νερό.

 

Το σύνδεσμο και, όταν αυτός έχει σημασία συνδέσμου που χρειάζεται κόμμα, π.χ.:

Εσύ μαζεύεις, και (ενώ) αυτός σκορπά.

– Πήγαινε στο καλό, και (γιατί) δε σ' έχω ανάγκη.

 

Τους όρους μιας πρότασης που συνδέονται με τους συνδέσμους ή, είτε, μήτε, ούτε, όταν είναι περισσότεροι των δυο:

Ούτε ο Κώστας, ούτε ο Γιώργος, ούτε Μαρία κατάφεραν να λύσουν το γρίφο.

Αλλά: Ούτε ο Μπάμπης ούτε ο Θωμάς είπαν την αλήθεια.

 

Η δυσκολότερη περίπτωση είναι η θέση ή μη του κόμματος πριν από αναφορική πρόταση που ακολουθεί το υποκείμενο, επειδή η λανθασμένη χρήση του κόμματος έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή του νοήματος της πρότασης:

Τα δέντρα του κήπου που είναι καρποφόρα χρειάζονται λίπασμα.

(Η αναφορική πρόταση εδώ προσδιορίζει άμεσα το υποκείμενο. Καθορίζει ποια δέντρα του κήπου χρειάζονται λίπασμα, δηλαδή όσα δέντρα είναι καρποφόρα και όχι όλα.

Πέταξαν τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει. (Πέταξαν μόνο εκείνα από τα ροδάκινα που είχαν σαπίσει). Τα δέντρα του κήπου, που είναι καρποφόρα, χρειάζονται λίπασμα.

(Εδώ μπορεί να παραλειφθεί η αναφορική πρόταση χωρίς να προκύψει αλλοίωση του νοήματος· δηλαδή τα δέντρα του κήπου, που όπως γνωρίζουμε είναι όλα καρποφόρα, χρειάζονται λίπασμα).

Πέταξαν τα ροδάκινα, που είχαν σαπίσει. (Πέταξαν όλα τα ροδάκινα τα οποία είχαν σαπίσει).

 

Το κόμμα και τα άλλα σημεία της στίξης:

Όταν παραθέτουμε τα λόγια κάποιου άλλου σε εισαγωγικά, σημειώνουμε το κόμμα έξω από τα εισαγωγικά μόνο όταν το απαιτεί η πρόταση:

Κατορθώσαμε να πει «παραδίνομαι», γιατί τον κουράσαμε πάρα πολύ.

Αντίθετα, δεν χωρίζουμε με κόμμα τις παρένθετες προτάσεις, μικρές ή μεγάλες, που δηλώνουν ποιος είπε τα λόγια που βρίσκονται στα εισαγωγικά:

«Είμαστε έθνος ανάδελφο» είπε ο Πρόεδρος.

Αν, όμως, αυτού του είδους οι προτάσεις υπάρχουν σε διαλόγους χωρίς εισαγωγικά (εισάγονται δηλαδή με παύλες), χρησιμοποιούνται πάντα με κόμμα:

– Μπορείτε να πιείτε νερό, μας είπε ο περβολάρης.

 

Δεν σημειώνουμε κόμμα αμέσως μετά το ερωτηματικό και το θαυμαστικό.