…περί παθητικής μετοχής…
πηγή: εδώ
α) Τα ρήματα σε -ώνω σχηματίζουν παθητική μετοχή σε -ωμένος: π.χ. οργώνω οργωμένος α1) Ίδια κατάληξη έχουν και οι μετοχές κάποιων ανώμαλων ρημάτων, όπως: λέγω ειπωμένος (παθ. αόρ.: ειπώθηκα) τρώω φαγωμένος (παθ. αόρ.: φαγώθηκα) βλέπω ιδωμένος (παθ. αόρ.: ειδώθηκα) κάνω καμωμένος (παθ. Αόρ.:- ειπώθηκα) |
β) Τα ρήματα σε -εύω, που ο αόριστός τους σχηματίζεται σε -ψα, σχηματίζουν παθητικές μετοχές σε -εμένος: π.χ. μαζεύω μαζεμένος (παθ. αόρ.: μάζεψα). Όσα ρήματα όμως σε -εύω σχηματίζουν αόριστο με κατάληξη -σα έχουν μετοχή παθητικού παρακειμένου με κατάληξη -ευμένος: π.χ. εκπαιδεύω εκπαιδευμένος (παθ. αόρ.: εκπαίδευσα). |
γ) Τα ρήματα σε -ίζω σχηματίζουν παθητική μετοχή σε -ισμένος: π.χ. χαρίζω χαρισμένος, -η, -ο κτίζω κτισμένος, -η, -ο. Προσοχή όμως: δανείζω δανεισμένος |
δ) Τα ρήματα σε -ύνω σχηματίζουν παθητική μετοχή σε -υμένος ή -υσμένος: π.χ. διευκολύνω διευκολυμένος, -η, -ο μολύνω μολυσμένος, -η, -ο. |
ε) Τα ρήματα με χαρακτήρα π, β, φ ή πτ της α' συζυγίας σχηματίζουν παθητική μετοχή σε -μμένος: π.χ. ανάβω αναμμένος, -η, -ο καλύπτω καλυμμένος, -η, -ο. |
ε) Τα ρήματα με χαρακτήρα π, β, φ ή πτ της α' συζυγίας σχηματίζουν παθητική μετοχή σε -μμένος: π.χ. ανάβω αναμμένος, -η, -ο καλύπτω καλυμμένος, -η, -ο. |
στ) Ορισμένα ρήματα σε -αίνω σχηματίζουν παθητική μετοχή σε -αμένος, ενώ κάποια άλλα σε -ημένος: π.χ. τρελαίνω τρελαμένος, -η, -ο μαθαίνω μαθημένος, -η, -ο. |
ζ) Σε -ημένος σχηματίζουν κατά κανόνα τη μετοχή του παθητικού παρακειμένου και τα ρήματα β' συζυγίας: π.χ. αγαπώ αγαπημένος, -η, -ο τρυπώ τρυπημένος, -η, -ο. αλλά: γελώ γελασμένος, -η, -ο τραβώ τραβηγμένος, -η, -ο φορώ φορεμένος, -η, -ο τυραννώ τυραννισμένος, -η, -ο κυλώ κυλισμένος, -η, -ο. |